Βάλτος Λεπτοκαρυάς Νομού Πιερίας

 

Η θέση βρίσκεται αμέσως βόρεια της Λεπτοκαρυάς, ανάμεσα σε δύο μεγάλα ρέματα  του Ολύμπου, και επηρεάζεται άμεσα από μικρότερα. Η ανασκαφή είχε ξεκινήσει αρχικά το 2000 με μια μεγάλη καταστροφή από την ΕΡΓΟΣΕ, για τη διάνοιξη υπόγειας διάβασης προς-και από- το τουριστικό χωριό Λεπτοκαριά.

Η σημασία του χώρου απαξιώθηκε, η ανασκαφή διακόπηκε αλλά και το έργο της υπόγειας διάβασης σταμάτησε.

Ακολούθησε ένα μικρότερο τεχνικό έργο της Νομαρχίας Πιερίας (αγωγός λυμάτων νότιας Πιερίας) που επιβεβαίωσε την αρχαιολογική και ιστορική σημασία του χώρου, με τον εντοπισμό δίπλα στο έργο της ΕΡΓΟΣΕ τριών μνημειακών περιβόλων ΕΧ.

 

 

Η ανασκαφική έρευνα ξεκίνησε και πάλι με χρηματοδότηση της ΕΡΓΟΣΕ το Μάρτιο του τρέχοντος έτους προκειμένου να ολοκληρωθεί  η υπόγεια διάβαση που είχε παραμείνει σε εκκρεμότητα.  Η συνολική έκταση του έργου είναι 6 στρέμματα, ωστόσο, μετά τις εκτεταμένες καταστροφές του 2000 από τα χωματουργικά μηχανήματα, ανασκάφηκαν περίπου 2,5 στρέμματα με αρχαιολογικό βάθος 2,5μ. Οι σκαπτικές εργασίες ολοκληρώθηκαν τον Αύγουστο του 2006,  εμπρόθεσμα. 

 

Πρόκειται για έναν προϊστορικό οικισμό όπου αναγνωρίστηκαν τρεις κύριες οικιστικές φάσεις που ονομάστηκαν συμβατικά Βάλτος 1 (η νεώτερη), Βάλτος 2, Βάλτος 3.  Παράλληλα η θέση είχε χρησιμοποιηθεί και για ταφές ανηλίκων στην πρώιμη φάση, αλλά και ενηλίκων στη δεύτερη. 

Οι φάσεις χρονολογήθηκαν στην Μέση, τις αρχές και το τέλος της Ύστερης Εποχής Χαλκού, χρονολόγηση που επιβεβαιώθηκε από τα πρώτα αποτελέσματα ραδιοχρονολόγησης δειγμάτων άνθρακα που έγιναν στο εργαστήριο Δημόκριτος:  

 τιμές στρωματογραφίας C14:

·         Βάλτος 3: 1930-1745 π.Χ.,

·         Βάλτος 2: 1670-1510 π.Χ,

·         Βάλτος 1: 1300-1100 π.Χ).  

Οι τρεις φάσεις έχουν συνοπτικά ως εξής:

ΒΑΛΤΟΣ 1

 

 

Πρόκειται για μία πρόχειρη εγκατάσταση με πασσαλότρυπες, λιθοσειρές, και λιθοστρώσεις. Χρονολογείται αμέσως μετά την καταστροφή της προηγούμενης (Βάλτος 2) και την επικάλυψη της θέσης με διαβρώσεις του Ολύμπου.  

 

ΒΑΛΤΟΣ 2

Εκπροσωπεί μια οργανωμένη εγκατάσταση με πλούσια αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, αμέσως μετά την καταστροφή της προγενέστερης (Βάλτος 3) από φωτιά και τη δράση καταστροφικών χειμάρρων. Ο οικισμός ορίζεται από μνημειακούς περιβόλους που συνεχίζουν εκτός των ορίων απαλλοτρίωσης . Ακολουθώντας το φυσικό ανάγλυφο έχουν ακανόνιστη πορεία και κατά τόπους ενισχύονται με εγκάρσια τοιχία – αντηρίδες. Έχουν ισχυρό θεμέλιο από μεγάλους ημιλαξευμένους λίθους στα μέτωπα, γέμισμα από μικρές πέτρες και συνδετικό υλικό πηλόχωμα. Τοπικά φέρουν επιδιορθώσεις και προσθήκες μετά την καταστροφή τους από χείμαρρο.

 
 Βάλτος 2: Σοφία Κουλίδου και
μνημειακοί περίβολοι.
 Βάλτος 2: μνημειακός περίβολο
 
 Βάλτος 2 : τύμβος

Σε απόσταση 4,5μ. δυτικά των περιβόλων 2 και 3, εντοπίστηκε ταφικός τύμβος με τρεις ταφές. Κατεστραμμένος στο νότιο τμήμα του από την κοίτη χειμάρρου, έχει διάμετρο 5,80μ. και μέγιστο σωζόμενο ύψος 0,90μ. Ορίζεται από ισχυρό δακτύλιο ανάλογης δόμησης με τους περιβόλους, αλλά με διαμορφωμένο μόνο το εξωτερικό μέτωπο, που σώζει έως και τέσσερις επάλληλες σειρές . Το εσωτερικό γέμισμα του τύμβου αποτελείται από μικρές πέτρες και χώμα. Περιείχε τρεις ταφές, οι δύο ενηλίκων και η μία ανήλικου ατόμου, που ίσως συνιστούν τα μέλη οικογένειας. Οι τάφοι είναι λακκοειδείς και σημαίνονταν με τοπικό λιθοσωρό.

   

Οι ταφές των ενηλίκων, η κεντρική και η μία περιφερειακή, ήταν ακτέριστες, ενώ η τρίτη ανήκει σε μικρό κορίτσι, όπως υποδεικνύουν τα χάλκινα κοσμήματα (ενώτια, περιδέραιο, βραχιόλι). Οι νεκροί ήταν τοποθετημένοι σε συνεσταλμένη στάση, με το σώμα στο πλάι ή σε ύπτια θέση.  

 

Βρέθηκαν ακόμη δύο λακκοειδείς, ακτέριστες ταφές ενηλίκων, η μία πλησίον των τύμβων και η δεύτερη στο ΝΔ άκρο του ανασκαφικού χώρου. Οι δύο τύμβοι ανήκουν στην πρώιμη φάση κατασκευής των περιβόλων, ενώ για τις ελεύθερες ταφές δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία.

 

ΒΑΛΤΟΣ 3

Αφορά μια εκτεταμένη εγκατάσταση που καταστράφηκε από φωτιά (Εκθεση, σχ. 3) και στη συνέχεια από χειμάρρους.Εκπροσωπείται από ένα εξαιρετικά πλούσιο σε κεραμική και λοιπά ευρήματα στρώμα καταστροφής, χωρίς σαφή αρχιτεκτονικά κατάλοιπα. Ενδείξεις οικοδομικών στοιχείων συνιστούν σποραδικές πασσαλότρυπες, μάζες πηλού και πλιθιών και σε μια περίπτωση λίθινο κατεστραμμένο θεμέλιο. Το δάπεδο είναι κυρίως πατημένο πηλόχωμα με χαλικωτό υπόστρωμα, στο οποίο κατά τόπους διαμορφώνονται αβαθή ορύγματα αδιευκρίνιστης χρήσης .

  
  

Τα μικροευρήματα αντιπροσωπεύονται κυρίως από λίθινα, ενώ δεν λείπουν τα πήλινα, τα οστέινα και τα μεταλλικά.

Στον κατάλογο των λίθινων συμπεριλαμβάνονται τυπικά εργαλεία ενός προϊστορικού οικισμού κυρίως από πυριτόλιθο (πέλεκεις, ξέστρα, λεπίδες, αποτμήματα πυρήνων, φολίδες).

 

   
  
 

 

Ο μεγαλύτερος αριθμός των πήλινων μικροευρημάτων αποτελείται από υφαντικά ή αλιευτικά βαρίδια, κυρίως όστρακα με διαμπερή οπή σε δεύτερη χρήση και  σφονδύλια. Στον κατάλογο των οστέινων περιλαμβάνονται οπείς, μαχαιρίδια, ένα αγκίστρι και αδιάγνωστα αντικείμενα με εγχάρακτη διακόσμηση.

 

   

 

Όσον αφορά στα μεταλλικά, είναι σπάνια και αφορούν κτερίσματα ταφής (χάλκινες χάντρες, ενώτια, σπείρα) και δύο αστρωματογράφητα ευρήματα (χάλκινη βελόνη και χάλκινος πέλεκυς).

 

 

 

Οι φάσεις 2 και 3 του Βάλτου έχουν ελάχιστα ερευνηθεί στον βορειοελλαδικό χώρο. Αντίθετα έχει ερευνηθεί σε κάποια έκταση στη Θεσσαλία, με την οποία η θέση της Λεπτοκαρυάς παρουσιάζει τις μεγαλύτερες ομοιότητες. Η πολιτιστική σχέση του αρχικού πυρήνα του κράτους της Κάτω Μακεδονίας (βασιλείου των Τημενιδών) με την Θεσσαλία στις σκοτεινές πρώιμες φάσεις του, είναι εξαιρετικά σημαντική για το πολυσυζητημένο θέμα της καταγωγής των κατοίκων του. Είναι θλιβερό ότι μεγάλο μέρος της εγκατάστασης καταστράφηκε από τα χωματουργικά μηχανήματα, αλλά και μεγάλη τύχη που ένα μικρότερο τουλάχιστον τμήμα της ανασκάφηκε.